Μετά από πολλούς μήνες διαπραγματεύσεων, υπογράφτηκε στην Οτάβα από τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Χέρμαν Βαν Ρομπάι, τον πρωθυπουργό του Καναδά Στίβεν Χάρπερ και τον πρόεδρο της Κομισιόν Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο η συμφωνία απελευθέρωσης του εμπορίου ανάμεσα στον Καναδά και την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ωστόσο, οι γερμανικές ανησυχίες θα μπορούσαν να τορπιλίσουν την συμφωνία αυτή, αν και όλοι εστίασαν στα οφέλη της. Η συμφωνία αναμένεται να ενισχύσει αμφίδρομα τις συναλλαγές κατά 20%, σε ένα ποσό που εκτιμάται ότι θα φτάσει τα 26 δισεκατομμύρια ευρώ το χρόνο.
«Δίνοντας στους καναδούς εξαγωγείς μια προνομιούχο πρόσβαση στα 500 εκατομμύρια των καταναλωτών που ευημερούν στην ΕΕ, αυτή η συμφωνία θα ξαναχτίσει την επιχειρηματική σχέση με την μεγαλύτερη αγορά του κόσμου», επισήμανε ο καναδός πρωθυπουργός.
«Πρόκειται για τη ενίσχυση του εμπορίου και των επενδύσεων και για τις δύο πλευρές, για την ανάπτυξη και την δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Και οι δύο έχουμε τα ίδια συμφέροντα και κοινές ανησυχίες», επισήμανε από την πλευρά του ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Ωστόσο, το Βερολίνο αντιδρά στην δυνατότητα που δίνεται στις καναδικές επιχειρήσεις, που θα επενδύσουν στην Ευρώπη, να στρέφονται νομικά κατά κυβερνήσεων, καθώς υποστηρίζει ότι η προστασία αυτή προσφέρει ουσιαστικά στους επενδυτές τη δυνατότητα να τροποποιούν ή και να ακυρώνουν ισχύοντες νόμους, κυρίως περιβαλλοντικούς ή και εργατικούς.
Η συμφωνία απελευθέρωσης του εμπορίου ανάμεσα σε Καναδά και ΕΕ πρέπει να γίνει αποδεκτή και από τα 28 κράτη – μέλη της τελευταίας, για να τεθεί σε ισχύ.