Τρεις εθνικές εποπτικές αρχές, πέντε από τις μεγαλύτερες τράπεζες του κόσμου, συνολικά πρόστιμα που έφτασαν τα 2,7 δισεκατομμύρια ευρώ.
UBS, Citi, JP Morgan, RBS και HSBC κρίθηκαν ένοχες για χειραγώγηση δεικτών στην αγορά συναλλάγματος.
Στη διεθνή αγορά συναλλάγματος γίνονται καθημερινά συναλλαγές που ξεπερνούν τα 4 τρισεκατομμύρια ευρώ.
Τα πρόστιμα επέβαλαν η Αρχή Χρηματοοικονομικής Συμπεριφοράς της Μ. Βρετανίας (σύνολο $1,7 δις), η Επιτροπή Συναλλαγών Futures Eμπορευμάτων των ΗΠΑ (σύνολο $1,4 δις) και η Αρχή Εποπτείας Χρηματικής Αγοράς της Ελβετίας FINMA (134 εκατομμύρια ελβετικά φράγκα στη UBS).
Το μεγαλύτερο πρόστιμο, περίπου 644 εκατομμύρια ευρώ, θα πληρώσει η UBS.
Οι πέντε τράπεζες έλαβαν έκπτωση 30% επειδή «έκλεισαν» το συμβιβασμό.
Ο γενικός διευθυντής της βρετανικής Αρχής Χρηματοοικονομικής Συμπεριφοράς, Martin Wheatley, δήλωσε:
«Οι traders έβαλαν το προσωπικό τους συμφέρον πάνω από αυτό των πελατών τους, χειραγώγησαν την αγορά, ή προσπάθησαν να το κάνουν, καταχράστηκαν την εμπιστοσύνη του κοινού και σίγουρα ημών, των αρχών. Η αποτυχία των τραπεζών να εφαρμόσουν αποτελεσματικά συστήματα ελέγχου επέτρεψε στους traders να χειραγωγήσουν, παγκοσμίως, τις ισοτιμίες των μεγαλύτερων νομισμάτων. Τέτοια σφάλματα υποσκάπτουν την εμπιστοσύνη της αγοράς και υποσκάπτουν τις προσπάθειες γνήσιας μεταρρύθμισης της τραπεζικής κουλτούρας.»
Όπως απέδειξαν 13 μήνες ερευνών, οι traders αντάλλασσαν μεταξύ τους πληροφορίες, μέσω κλειστών chatroom, για τις κινήσεις των πελατών τους, είχαν καθιερώσει συγκεκριμένο κώδικα συνεννόησης και σε πολλές περιπτώσεις χρησιμοποιούσαν την εσωτερική τους πληροφόρηση για να «παίζουν» σε βάρος των πελατών τους.
Η έρευνα αφορούσε την περίοδο 2008-2013.
Από την έναρξή της, πάνω από 30 traders έχουν απολυθεί, παραιτηθεί ή τεθεί σε υποχρεωτική άδεια.
Πάντως, δεν έχουν «καθαρίσει», καθώς οι αρχές διαβεβαιώνουν ότι θα ακολουθήσουν ποινικές διώξεις σε βάρος συγκεκριμένων προσώπων.
Η έρευνα συνεχίζεται για τη Barclays, που αποσύρθηκε από τη διαδικασία συμβιβασμού.